Τα νέα δεδομένα στην αγορά εργασίας.

Η απαξίωση των εργαζομένων και οι επιπτώσεις στο παιδί.

 

Αντωνάκος Αντώνης

Μαθηματικός
Αντιπρόεδρος Ο.Λ.Μ.Ε.

 

Ο προηγούμενος αιώνας αποτέλεσε ορόσημο για τη μισθωτή εργασία. Πολλές ήταν οι κατακτήσεις που προέκυψαν ως αποτέλεσμα της συλλογικότητας και της συμμετοχής των εργαζομένων στα σωματεία τους. Οι συνθήκες εργασίας, το ωράριο, οι μισθοί, οι άδειες, οι σχέσεις ανάμεσα στους εργαζομένους και τους εργοδότες αντιμετωπίσθηκαν κάτω από μια νέα αντίληψη.

Στο τέλος του 19ου αιώνα η σημαντικότερη εξέλιξη ήταν το τέλος της παιδικής εργασίας. Η παιδική εργασία, ιδιαίτερα στα ορυχεία, αποτελούσε τον ορισμό της εκμετάλλευσης της απελπισίας, αφού εξελισσόταν σε απαράδεκτες συνθήκες ασφάλειας και υγιεινής ακόμα και για ενήλικες, πόσο μάλλον για παιδιά.

Η προώθηση κανόνων λειτουργίας για τις αγορές εργασίας, οι οποίοι διασφάλιζαν τους εργαζόμενους, εξασφάλισαν μεταξύ των άλλων την υποχρεωτική εκπαίδευση σε όλα τα παιδιά επεκτείνοντας την μάλιστα στα 9 και πλέον χρόνια στις ανεπτυγμένες χώρες. Έτσι η απασχόληση θεσπίστηκε να μην επιτρέπεται πριν από την ηλικία των 15 ετών στις παραπάνω χώρες. Ως συνέπεια είχαμε έναν επί πλέον μηχανισμό αναδιανομής του εισοδήματος και η καταξίωση του ανθρώπου επιβεβαιωνόταν από την βελτίωση της οικονομικής και κοινωνικής του θέσης ως αποτέλεσμα όχι κάποιου κληρονομικού δικαιώματος αλλά ως ανταμοιβή για τις ικανότητες και τις προσπάθειες που το ίδιο το άτομο κατέβαλε για να εκπαιδευτεί. Ο ελεύθερος χρόνος που εξασφαλίσθηκε από την κατοχύρωση του ωραρίου εργασίας (8ωρο) ήταν πολύτιμος, τόσο για το ίδιο το άτομο παρέχοντας την δυνατότητα για αυτοβελτίωση και ατομική ανάπτυξη, όσο και για την λειτουργία της οικογένειας και την φροντίδα των παιδιών.

Βεβαίως η καταξίωση του ανθρώπου στο χώρο εργασίας του έχει άμεση σχέση και με το ενδιαφέρον που δημιουργεί το ίδιο το αντικείμενο της εργασίας. Η ικανοποίηση που μπορεί να προσφέρει το αποτέλεσμα της εργασίας στον εργαζόμενο δεν αναπληρώνεται ούτε από τον μισθό ούτε από τις συνθήκες εργασίας. Από αυτήν την άποψη ο κατακερματισμός της εργασίας λόγω της εφαρμογής της αλυσίδας παραγωγής, η οποία αποσυνέδεε τον εργαζόμενο από το αποτέλεσμα της εργασίας, τον στερούσε από αυτήν την βασική ικανοποίηση οδηγώντας στην αλλοτρίωση του. Αυτό αποστερούσε την εργασία από τον παιδαγωγικό της χαρακτήρα απογυμνώνοντας την από κάθε δημιουργικό στοιχείο.

Όμως παρά την αρνητική αυτή εξέλιξη, κυρίως στην βιομηχανική παραγωγή, στην πλειονότητα των τομέων της απασχόλησης οι βελτιώσεις στις συνθήκες εργασίας ήταν ραγδαίες και θεαματικές ως αποτέλεσμα μιας νέας αντίληψης για την αντιμετώπιση της μισθωτής εργασίας.

Στο αποκορύφωμα αυτής της νέας αντίληψης άρχισε να αναπτύσσεται η συμμετοχή των εργαζομένων στα κέρδη, αλλά και στη διοίκηση των επιχειρήσεων.

Όλα αυτά τα μέτρα συνέβαλαν τα μέγιστα στην καταξίωση του εργαζομένου, τόσο στο χώρο εργασίας όσο και στην κοινωνία. Η εργασία έγινε στοιχείο της καταξίωσης του ανθρώπου.

Η εξέλιξη αυτή είχε σημαντική θετική επίδραση στη διαπαιδαγώγηση και την εν γένει ανάπτυξη των παιδιών.

Αυτή η επίδραση δεν περιορίζεται στα παιδιά των μισθωτών αλλά έχει ευρύτερες επιδράσεις. Βεβαίως οι επιπτώσεις είναι πιο σημαντικές στις οικογένειες των μισθωτών, όπου τα παιδιά βιώνουν μια νέα πραγματικότητα σε σχέση με το παρελθόν. Βασικά συστατικά αυτής της νέας πραγματικότητας αποτελούν η συλλογικότερη λειτουργία της οικογένειας, και λόγω του ελευθέρου χρόνου και λόγω της κατάργησης ή σε κάθε περίπτωση της απομείωσης του πατριαρχικού της χαρακτήρα, η σχετική οικονομική άνεση, η αισιοδοξία που εξασφάλιζε ένα εκτεταμένο δίκτυ κοινωνικής προστασίας και οι ευνοϊκές προοπτικές που εξασφαλίζονταν για τα παιδιά μέσω του Δημόσιου Εκπαιδευτικού Συστήματος.

Οι κατακτήσεις οδηγούν σε μια ποιοτική αναβάθμιση της οικογενειακής ζωής, αλλά επιδρούν εξίσου και στην ψυχολογία των γονιών, πράγμα που έχει καθοριστική σημασία για την ανάπτυξη των παιδιών.

Όμως και τα παιδιά με γονείς μη μισθωτούς δέχονται τις επιδράσεις της αλλαγής κλίματος με την καταξίωση της μισθωτής εργασίας η οποία ωθεί γόνους μεσοαστικών οικογενειών στην επιδίωξη καριέρας στη μισθωτή εργασία. Η μισθωτή εργασία δεν θεωρείται πλέον υποτιμητική και οι εργαζόμενοι δεν απαξιώνονται.

Όπως όμως θα αναλύσουμε στη συνεχεία, έχουμε σήμερα μια επιστροφή στο παρελθόν, με τις αναλογίες ασφαλώς που επιβάλλουν οι σύγχρονες συνθήκες.

Στο λυκόφως του 20ού αιώνα και την αυγή του 21ου οι συνθήκες αλλάζουν ραγδαία. Η εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας και οι πολιτικές εξελίξεις, το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης δημιουργούν πάλι νέα δεδομένα. Η ανεργία και οι επιπτώσεις της, η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, η καταστρατήγηση του ωραρίου εργασίας, η καταπάτηση των όρων ασφάλειας και υγιεινής, αμοιβές αναντίστοιχες με το επενδεδυμένο κεφάλαιο στον άνθρωπο οδηγούν πάλι στην απαξίωση του ανθρώπου μέσα από την απαξίωση της εργασίας.

Η ανασφάλεια και η ρευστότητα έχουν επανέλθει στις συνθήκες εργασίας.

Η αυθαιρεσία και η υποτίμηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας είναι πάλι στο προσκήνιο των εργασιακών σχέσεων.

Η θεσμική κατοχύρωση των εργασιακών δικαιωμάτων δεν είναι επαρκής, αφού κανένας δεν διανοείται να τις επικαλεστεί και η παρουσία των συνδικάτων, ιδιαίτερα στον ιδιωτικό τομέα, έχει μειωθεί δραματικά.

Δεν είναι μόνο η απαξίωση της χειρωνακτικής εργασίας που επέρχεται με την αυτοματοποίηση και τη χρήση της ρομποτικής στην παραγωγή. Δεν είναι μόνο η απαξίωση που προέρχεται από την παγκοσμιοποίηση των αγορών και την μεταφορά της παραγωγής σε χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι η  παιδική εργασία επανέρχεται, έστω κι αν ενσωματώνεται πολλές φορές με τη μορφή της πρόωρης κατάρτισης, η οποία οδηγεί σε μια άναρχη και ελαστική αγορά εργασίας που χαρακτηρίζεται από την αυθαιρεσία και την εκμετάλλευση.

Είναι και η εξαθλίωση της πνευματικής εργασίας, της επένδυσης, δηλαδή, στο ανθρώπινο κεφάλαιο. Αρκεί να αναλογισθούμε τις αμοιβές των εκπαιδευτικών, των γιατρών και των άλλων επιστημόνων και να τις συγκρίνουμε με τα μυθώδη ποσά που κερδίζουν αστέρια της «καλλιτεχνικής» και της «αθλητικής» βιομηχανίας, της τηλεόρασης, του χώρου της μόδας και του θεάματος. Κυρίως πρέπει να αναγογισθούμε την ανεργία, η οποία βεβαίως σε κάθε περίπτωση δημιουργεί συνθήκες απόγνωσης, όταν όμως έρχεται ως επιστέγασμα μιας 20χρονης επίπονης εκπαιδευτικής προσπάθειας, οδηγεί στην απόλυτη απαξίωση όχι μόνο των σπουδών αλλά και του ίδιου του ανθρώπου.

Η απαξίωση του ανθρώπου ως οντότητας πνευματικής, με την επικράτηση του καταναλωτικού ευδαιμονισμού και την ανάδειξη στρεβλών κοινωνικών προτύπων, αποτελεί έναν ακόμα ανασταλτικό παράγοντα στην ορθή παιδαγωγική ανάπτυξη του παιδιού. Η αποθέωση των υλικών αγαθών και η εξασφάλιση της πρόσβασης σε αυτά περισσότερο με μεθόδους που έχουν σχέση με την έλλειψη αξιών και ηθικών αναστολών παρά με την μελέτη και την επένδυση χρόνου, προσπάθειας και χρήματος στην αυτοβελτίωση απομακρύνει τα παιδιά και τους εφήβους από τα πλαίσια μιας εκπαίδευσης της οποίας δεν αμφισβητείται μόνον η αποτελεσματικότητα αλλά δυστυχώς και αυτή η ίδια η σκοπιμότητα.

Η εργασιακή αβεβαιότητα σε συνδυασμό με την πρόκληση τεχνητών αναγκών στο σύγχρονο άνθρωπο, κυρίως μέσω της διαφήμισης, οδηγεί συχνά στη θυσία του ελεύθερου χρόνου στο βωμό της οικονομικής επάρκειας. Έτσι, όμως ο χρόνος που διαθέτουν οι γονείς στην επαφή με τα παιδιά τους μειώνεται σοβαρά, με αρνητικές συνέπειες στη συναισθηματική και κοινωνική τους ωρίμανση.

Η οικογένεια αποσυντίθεται πάλι και ο κοινός ελεύθερος χρόνος θυσιάζεται είτε στις πραγματικές ανάγκες της επιβίωσης είτε στις κατασκευασμένες από το εμπορικό μάρκετινγκ και την κοινωνική παρακμή. Τα παιδιά στερούνται την αναγκαία επαφή με τον ένα ή και με τους δύο γονείς τους και δυστυχώς, τουλάχιστον στα αστικά κέντρα, η μόνη ή τουλάχιστον η εύκολη  εναλλακτική «λύση» είναι η «Κίρκη» της τηλεόρασης, η οποία μεγαλώνει τα αδιέξοδα και έχει ανεπανόρθωτες επιπτώσεις στην ψυχοσωματική τους ανάπτυξη.

Η νέα αυτή περίοδος απαξίωσης του ανθρώπου έχει ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις και οι επιπτώσεις της στο παιδί, αρνητικές αυτή τη φορά, είναι εμφανείς. Τα ανησυχητικά κρούσματα της παιδικής και της εφηβικής παραπτωματικότητας, οι πράξεις εκφοβισμού και βίας στις σχέσεις ανάμεσα στα παιδιά και στους νέους, και τα φαινόμενα της οργάνωσης «ομάδων βίας.» στα μεγάλα αστικά κέντρα είναι ενδεχόμενο να συσχετίζονται και να ευνοούνται από αυτές τις εξελίξεις.

Επίσης, για μια ακόμα φορά αυτές οι αρνητικές συνέπειες δεν αφορούν μόνον τα παιδιά των μισθωτών. Τα παιδιά των μη μισθωτών, ωστόσο μεσοαστικών και μικροαστικών ή αγροτικών οικογενειών, αντιμετωπίζουν και αυτά το αδιέξοδο.

Η συνειδητοποίηση του ανώφελου - στην καλύτερη περίπτωση, της αβεβαιότητας - της επένδυσης σε χρόνο και προσπάθεια της επένδυσης στην καλύτερη εκπαίδευση, οδηγεί στην παραίτηση ή την άρνηση ένα σημαντικό ποσοστό των παιδιών.

 

Τι εισπράττει το παιδί σήμερα, τι παραστάσεις έχει ο έφηβος ο οποίος καλείται να υποβληθεί σε μια εξαντλητική προσπάθεια για 16, μπορεί και για περισσότερα από 20 χρόνια; Ποιους λόγους έχει να θυσιάσει την παιδική και την εφηβική του ηλικία στον απαιτητικό βωμό μιας μακροχρόνιας εκπαίδευσης, η οποία δεν φαίνεται ικανή να του εξασφαλίσει ούτε επαγγελματική προοπτική ούτε κοινωνική καταξίωση;

Αξίζει τις θυσίες μια προσπάθεια που πρέπει να διαρκέσει μέχρι και την τρίτη δεκαετία της ζωής του και στη συνέχεια θα οδηγήσει στην ανεργία η σε μια επισφαλή και χωρίς κανόνες εργασία, χωρίς ωράριο και διασφάλιση και, επί πλέον, κακοπληρωμένη, η οποία απειλεί να του στερήσει και τις επόμενες καλές δεκαετίες της ζωής του; Και την ίδια στιγμή να βομβαρδίζεται από ένα σύστημα εμπορευματοποίησης της ανθρώπινης ζωής που αντικαθιστά την πραγματική ζωή με μια φενάκη ζωής. Τι έχει ο έφηβος σαν υπόδειγμα στην ζωή του; Τους εργαζόμενους  γονείς του, που λυγίζουν κάτω από το βάρος της απειλής της ανεργίας, όταν δεν είναι ήδη άνεργοι, ή που εξουθενώνονται από την εκμετάλλευση μιας ανεξέλεγκτης και ασύδοτης αγοράς εργασίας ή τα φανταχτερά προϊόντα της βιομηχανίας του καταναλωτικού ευδαιμονισμού και των κατασκευασμένων ειδώλων του;

Τι θα καθοδηγήσει το παιδί σε μια κοινωνία που οι πνευματικοί άνθρωποι και η δημιουργία τους είναι στην αφάνεια, αλλά όλοι γνωρίζουν τον Ντίνο τον Τσάκα και κάθε εφήμερο και κενό περιεχομένου κατασκευασμένο είδωλο;

Τι πρέπει να επιλέξει το παιδί, όταν όλη επικαιρότητα καταλαμβάνεται από τα πρότυπα της παρακμής και της φθοράς και όταν η κοινωνία καθοδηγείται από το πάθος του εύκολου πλουτισμού, της ακόρεστης κατανάλωσης και της «διασκέδασης» χωρίς όρια;

Πώς να ανταγωνισθούν οι πενιχροί υλικοί καρποί μιας υπερπροσπάθειας τους οικονομικούς πακτωλούς που αποτελούν την ανταμοιβή για την ένταξη σε ένα σύστημα εκμετάλλευσης, αποπροσανατολισμού και χειραγώγησης της κοινωνίας;

Πώς έχουμε την απαίτηση από τα  παιδιά να είναι οι πιο σκληρά εργαζόμενοι σήμερα πληρώνοντας ως πανάκριβο και αναντικατάστατο τίμημα την παιδική και την εφηβική τους ηλικία, χωρίς να τους παρέχεται ένα επαρκές υλικό και ηθικό κίνητρο, χωρίς να τους δημιουργείται μια ουσιαστική θετική προοπτική για το μέλλον;

Συνοψίζοντας, σημειώνουμε ότι οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας έχουν ως κύρια χαρακτηριστικά την ανεργία και την απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων με άμεσες συνέπειες την επιδείνωση των όρων εργασίας και της θέσης των εργαζομένων. Οι επιπτώσεις είναι αρνητικές για την οικονομική, κοινωνική και ψυχολογική κατάσταση των μισθωτών. Οι συνέπειες για την οικογένεια και ιδιαίτερα για τα παιδιά είναι αρνητικές και επιβαρύνονται σημαντικά από τις συνθήκες ηθικής σύγχυσης και κοινωνικής παρακμής σε ένα περιβάλλον κατευθυνόμενου καταναλωτικού παροξυσμού.

Υπό τις συνθήκες αυτές είναι ιδιαίτερα δύσκολο ένα παιδί να διαπαιδαγωγηθεί με αρχές και αξίες οι οποίες θα υπερβαίνουν τα κατασκευασμένα, κυρίως από την τηλεόραση, κοινωνικά πρότυπα. Ο δρόμος της Αρετής σήμερα δεν είναι μόνο πολύ δύσκολος είναι και εξαιρετικά δυσδιάκριτος κάτω από τα εκτυφλωτικούς προβολείς που φωτίζουν το δρόμο της  Κακίας. Όσο και αν είναι κάποιος υπέρμαχος της αγοράς και του ελευθέρου ανταγωνισμού, δεν πρέπει να ξεχνά ότι σε τελική ανάλυση η αποτελεσματικότητα ενός οικονομικού συστήματος δεν είναι αυτοσκοπός και δεν έχει νόημα, αν μέσω αυτής δεν οδηγούμαστε στην καταξίωση του ανθρώπου, πόσο μάλλον αν εν ονόματί της ο άνθρωπος απαξιώνεται.                                             Βεβαίως οι συνθήκες της παγκοσμιοποίησης και ο έντονος ανταγωνισμός δεν μας επιτρέπουν να αποδεχθούμε εύκολες «λύσεις», οι οποίες ευθύνονται για μερικά από τα σημερινά αδιέξοδα.

Είναι ωστόσο χρέος μας να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση, αν θέλουμε να ανήκουμε σε μία κοινωνία καταξιωμένων ανθρώπων και όχι σε μια κοινωνία στην οποία κυριαρχεί ο καταναλωτισμός και η εκμετάλλευση της ανθρώπινης ύπαρξης.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ομιλία στο INTERNATIONAL INNER WHEEL

Τετάρτη 3 Απριλίου 2002