Αθήνα  30 Μαΐου  2000

 

 

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ

 

Εδώ και μια εικοσαετία μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση που αφήνει τη Ν.Δ. στην αντιπολίτευση αλλάζουμε οργανωτικά σχήματα ή ηγεσίες. Αναζητάμε τη λύση του προβλήματος όχι με πολιτικούς όρους αλλά με την αγωνία είτε του αρχηγού-Μεσσία, είτε της οργανωτικής δομής που θα μας οδηγήσουν στην εκλογική επιτυχία. Αγνοούμε έτσι ότι στις ιδιαίτερες σημερινές συγκυρίες η πολιτική δράση είναι αποτελεσματική όταν επιτυγχάνεται η ενεργοποίηση του συνόλου του κομματικού μηχανισμού σε μια πολιτική μάχη που δεν εξελίσσεται μόνο κατά την προεκλογική περίοδο και δεν περιορίζεται βέβαια ούτε επικεντρώνεται στις μάχες της εικόνας και των πρόσκαιρων εντυπώσεων οι οποίες ασφαλώς έχουν την αξία τους, αλλά η επίδρασή τους είναι προσωρινή αφού όταν δεν βασίζονται σε ισχυρές και ευδιάκριτες πολιτικές θέσεις στερούνται παντελώς πολλαπλασιαστικής δυναμικής.

Είναι σαφές βέβαια ότι τα κομματικά στελέχη και οι κομματικές οργανώσεις δεν μπορούν να μεταφέρουν και να αναπαράγουν την εικόνα.  Αυτό που μπορούν να αναπαράγουν και να προωθήσουν στην κοινωνία είναι οι πολιτικές θέσεις και το πρόγραμμα. Λέγεται από ορισμένες πλευρές ότι σήμερα η πολιτική είναι στο περιθώριο και ότι οι πολίτες αδιαφορούν ή, ακόμα χειρότερα, αποστρέφονται την πολιτική. Με τον ίδιο τρόπο σε μεγαλύτερο ή σε μικρότερο βαθμό αποστρέφονται την Τοπική Αυτοδιοίκηση ή τον συνδικαλισμό. Καλλιεργείται δηλαδή γενικά, και εν μέρει επιτυχώς, η αποστροφή της κοινωνίας εναντίον κάθε μορφής συλλογικότητας. Επομένως και σε τελική ανάλυση καλλιεργείται η αυτοαπόρριψη της κοινωνίας αφού η συλλογικότητα αποτελεί το κυριότερο χαρακτηριστικό της.

Έτσι διαμορφώνονται πολίτες για τους οποίους η Θράκη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου είναι πολύ μακριά και η Κύπρος ακόμα μακρύτερα. Έτσι διαμορφώνονται πολίτες για τους οποίους ο άνεργος της διπλανής πόρτας είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τη μοίρα του. Έτσι διαμορφώνονται πολίτες για τους οποίους όσοι ενδιαφέρονται για τα εθνικά θέματα, για τα κοινωνικά ζητήματα, την ανεργία, την παιδεία, την υγεία, όσοι δηλαδή ασχολούνται με τη συλλογικότητα σε οποιαδήποτε μορφή της είναι ύποπτοι ή το λιγότερο περίεργοι ή ενοχλητικοί που δεν τους αφήνουν να συνεχίσουν να ασχολούνται ανενόχλητοι με το καταναλωτικό τους πάθος ή να απολαύσουν την ολοκληρωτική τους παράδοση στις δυνάμεις της κοινωνικής και πολιτισμικής παρακμής.

 

Η ομογενοποίηση του εκλογικού σώματος και η κατάργηση των ιδεολογικών αντιπαραθέσεων με το τέλος του υπαρκτού σοσιαλισμού σημαίνει ασφαλώς ότι πρέπει να αλλάξουμε την πολιτική μας. Σημαίνει ότι πρέπει να απαλλαγούμε από πολιτικά φορτία τα οποία στην εποχή τους είχαν την αξία τους αλλά που είναι καιρός να αποσυρθούν από την καθημερινή πολιτική σκηνή παραμένοντας εκεί που ανήκουν, δηλαδή στα ιστορικά συγγράμματα. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει ότι πρέπει να μιλάμε λιγότερο για την ουσία και τα χαρακτηριστικά της δικής μας ιδεολογίας που δικαιώθηκε. Απλώς, θα πρέπει επιτέλους και για πρώτη φορά να ξεφύγουμε από το εξώφυλλο του βιβλίου και να κατανοήσουμε το περιεχόμενό του. Γιατί ασφαλώς δεν είναι μόνο καιρός επιτέλους να κάνουμε πράξη αυτό που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πει αμέσως μετά την μεταπολίτευση -να εγκαταλείψουμε  δηλαδή τα τεχνητά χαρακώματα που δημιουργούν οι οριοθετήσεις «αριστερός», «δεξιός»- αλλά, πολύ περισσότερο, να αποκτήσει για μας περιεχόμενο και ενιαία σημασία η πολιτική μας ταυτότητα.

Με αυτή την έννοια, ο αυτοπροσδιορισμός του πολιτικού και κοινωνικού ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού, ο πολιτικός και κοινωνικός προσδιορισμός του μεσαίου χώρου ή όπως αλλιώς θελήσουμε να ονομάσουμε αυτό το οποίο θέλουμε να είμαστε δεν μπορεί να ξεκινά από το όνομα ούτε βεβαίως να μένει μόνο σε αυτό. Γιατί διαφορετικά κινδυνεύουμε να δημιουργήσουμε ένα νέο λάβαρο μιας ακόμα χαμένης μάχης.

Αυτό που επιχειρώ να τονίσω είναι ότι σε κάθε περίπτωση, για ό,τι συμβαίνει από τη μεταπολίτευση και μετά, δεν ευθύνονται τα πρόσωπα ούτε οι δομές, δεν ευθύνονται ούτε τα ιδεολογικά και πολιτικά μας λάβαρα. Αυτό που ευθύνεται είναι το μεγάλο, το τεράστιο έλλειμμα στην πολιτική λειτουργία του κόμματος μας και για αυτό το έλλειμμα ευθύνεται η έλλειψη ουσιαστικής συμμετοχής στις εσωκομματικές μας λειτουργίες. Μπορεί τυπικά, ιδιαίτερα μετά το Συνέδριο του ’97, η πυραμίδα να είναι πλήρης και οικοδομημένη όπως θα έπρεπε, από τη βάση προς την κορυφή, όμως στην ουσία σε επίπεδο πολιτικής λειτουργίας υπάρχει μόνο η κορυφή της πυραμίδας η οποία δίνει μια άνιση μάχη αφού ο αντίπαλος είναι αρτιμελής. Η βάση της πυραμίδας, η βάση του κόμματος, το μικρομεσαίο στελεχιακό δυναμικό επιχειρεί τις περισσότερες φορές επιτυχώς να ανταποκριθεί στο ρόλο που του επιφυλάσσεται. Να συγκροτεί δηλαδή το διεκπεραιωτικό μηχανισμό ουσιαστικά μη πολιτικών δράσεων όπως είναι η εξεύρεση εκλογικών αντιπροσώπων και η στήριξη των πολιτικών συγκεντρώσεων. Αλλά, τελικά αυτό είναι το ζητούμενο;

Το δεύτερο σημείο στο οποίο εστιάζονται τα διαχρονικά προβλήματα του κόμματος είναι ο πολιτικός απομονωτισμός της Ν.Δ. εξαιτίας της απόλυτα επιτυχημένης πολιτικής των τεχνητών διαχωριστικών γραμμών που άσκησε το ΠΑΣΟΚ από το 1974 και μετά. Ο πολιτικός εγκλωβισμός των ψηφοφόρων που αρνιόντουσαν να ψηφίσουν «Δεξιά», δηλαδή Ν.Δ. χωρίς καμία πολιτική και ιδεολογική τεκμηρίωση, ενώ φυσιολογικά στην πλειοψηφία των περιπτώσεων ο προσωπικός τους αξιακός κώδικας θα έπρεπε  σταθερά να τους τοποθετεί στο δικό μας παραταξιακό χώρο, εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να λειτουργεί. Είναι σαφές λοιπόν ότι σε δύο άξονες θα πρέπει να κινηθεί η στρατηγική μας αφού δύο είναι  οι βασικές αδυναμίες στις οποίες οφείλεται η όποια αναποτελεσματικότητα της πολιτικής μας δράσης. Ο πρώτος άξονας είναι η πλήρης και οριστική κατεδάφιση των τεχνητών τειχών, η οριστική άρση του πολιτικού αποκλεισμού και του εγκλωβισμού μας σε ιδεολογήματα του παρελθόντος τα οποία διεγείρουν εξαρτημένα ανακλαστικά περιορίζοντας την εκλογική μας εμβέλεια. Η αναζήτηση πολιτικών σηματοδοτήσεων οι οποίες θα οδηγούν στην ανεμπόδιστη  πρόσβασή μας στη συντριπτική πλειοψηφία του εκλογικού σώματος είναι αναγκαία. Εκείνο που προέχει όμως είναι η ανάδειξη των επιμέρους στοιχείων του αξιακού μας κώδικα.

Πρέπει δηλαδή επιτέλους και για πρώτη φορά αντί να σείουμε αυτάρεσκα τα ιδεολογικά μας λάβαρα, αδυνατώντας να δώσουμε στον ελληνικό λαό την εικόνα της πολιτικής που αντιπροσωπεύουν να εστιάσουμε τις προσπάθειες μας στην ανάδειξη αυτής της πολιτικής και του συστήματος αρχών και αξιών από το οποίο πηγάζει.

Ο δεύτερος άξονας στον οποίο πρέπει να κατευθύνουμε τη δράση μας είναι ταυτόχρονα και η άρση της δεύτερης διαρθρωτικής αδυναμίας η οποία ενδημεί στην παράταξή μας από την ημέρα της ίδρυσής της. Η αναφορά είναι στο έλλειμμα πολιτικής λειτουργίας της οργάνωσης το οποίο την καθιστά αναποτελεσματική. Είναι δεδομένο ότι η αρχική αντίληψη για περιορισμένη λειτουργία του κόμματος αντικαταστάθηκε στη συνέχεια με την αντιγραφή των οργανωτικών δομών των άλλων κομμάτων και σταδιακά με τις αλλαγές που προωθούσαμε οδηγηθήκαμε στη σημερινή οργανωτική δομή του κόμματος η οποία παρά το ότι τυπικά μπορεί να θεωρηθεί πλήρης και σύγχρονη, ουσιαστικά ελάχιστη επαφή έχει με τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα. Αυτό, κατά κύριο λόγο, οφείλεται στους πολιτικούς συσχετισμούς που υφίστανται ανάμεσα στο κόμμα και την κοινοβουλευτική ομάδα και είναι θέμα μιας βαθύτατα εμποτισμένης νοοτροπίας τόσο στους βουλευτές όσο και στα στελέχη και στην κομματική βάση. Η μη πολιτική λειτουργία των κομματικών οργανώσεων χαρακτηρίζεται από τη μη συμμετοχή τους στον πολιτικό και προγραμματικό διάλογο περιοριζόμενη σε μια επιφανειακή συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες που αφορούν τα διάφορα κομματικά όργανα η οποία προσφέρει το άλλοθι της δημοκρατικής λειτουργίας χωρίς ωστόσο στην πραγματικότητα να προωθεί τις λειτουργίες της συμμετοχής και της συλλογικότητας χωρίς τις οποίες οι κομματικές οργανώσεις παραμένουν σχήματα κενά πολιτικού περιεχομένου και συνεπώς αναποτελεσματικά.

Κανέναν λοιπόν δεν θα πρέπει να ξενίζει η πελατειακή σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στις οργανώσεις και τους υποψήφιους βουλευτές από τη στιγμή που οι οργανώσεις αποστερούμενες πολιτικού περιεχομένου και πολιτικής λειτουργίας  εντάσσονται αποκλειστικά στο παιχνίδι της εξουσίας και της προσδοκώμενης νομής της. Είναι φυσιολογικό να σπεύδουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε υποψήφιους για τους οποίους εκτιμούν ότι την επαύριο  των εκλογών θα κατέχουν κυβερνητικά πόστα, θα έχουν δηλαδή στη διάθεσή τους την πίτα και το μαχαίρι που την κόβει. Το παράδοξο είναι ότι ενώ όλα τα παραπάνω είναι προφανέστατα για οποιονδήποτε έχει ασχοληθεί έστω και ελάχιστα με την πολιτική, εμείς ως τώρα δεν έχουμε κατορθώσει να τα αντιμετωπίσουμε. Είναι σαφές ότι ενόψει του Έκτακτου αλλά και του τακτικού Συνεδρίου του κόμματος, δημιουργείται μια ακόμα χρυσή ευκαιρία να αλλάξουμε ριζικά αυτήν την κατάσταση. Αρκεί, συνειδητοποιώντας αυτή την αναγκαιότητα να εντάξουμε τις όποιες οργανωτικές αλλαγές. Θα προωθήσουμε στο στόχο της αλλαγής των συσχετισμών στο εσωτερικό του κόμματος, ούτως ώστε αυτό να αποκτήσει ουσιαστική πολιτική οντότητα.

Αυτό βεβαίως προϋποθέτει πέρα από τις οργανωτικές αλλαγές, αλλαγή νοοτροπίας και ιεραρχήσεων. Και σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί και δεν πρέπει να υιοθετήσουμε απόψεις για περιθωριοποίηση του κόμματος οι οποίες βασίζονται σε ξένα πρότυπα τα οποία δεν βρίσκουν το αντίστοιχό τους στην ελληνική πραγματικότητα. Όπως, για παράδειγμα, στην Αμερική όπου η εκλογική αναμέτρηση εξαρτάται κατά κύριο λόγο από τους υποψήφιους Προέδρους και την επικοινωνιακή τους πολιτική. Γιατί τα πολιτικά ανακλαστικά των Ελλήνων είναι, για την ώρα τουλάχιστον, εντελώς διαφορετικά. Γιατί στην Ελλάδα η Ν.Δ. έχει απέναντί της έναν αποτελεσματικό κομματικό μηχανισμό ενώ στην Αμερική οι δύο κομματικοί μηχανισμοί είναι περίπου στην ίδια κατάσταση και, τέλος, γιατί στην Ελλάδα το παιχνίδι των ΜΜΕ είναι τελείως διαφορετικό.

 

Στα επιμέρους ζητήματα και συγκεκριμένα στις ερωτήσεις που έχει θέσει η Επιτροπή σας υπάρχουν οι εξής παρατηρήσεις:

 

1. Πρόγραμμα: Η επίδραση του προγράμματος δεν κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική λόγω του επιφανειακού του χαρακτήρα και της μη ουσιαστικής συμμετοχής των οργανώσεων στη διαμόρφωσή του. Το τελευταίο στοιχείο κρίνεται ως απολύτως αναγκαίο γιατί έτσι εξασφαλίζεται μεγαλύτερη πληρότητα, αποφεύγονται λάθη, αποκτάται ενιαίος πολιτικός λόγος σε όλα τα επίπεδα και δημιουργείται ένας μεγάλος αριθμός πολλαπλασιαστών οι οποίοι μέσα από τα περιφερειακά ΜΜΕ και τις κοινωνικές οργανώσεις προβάλλουν τις θέσεις του κόμματος ξεπερνώντας έτσι και τον πολιτικό αποκλεισμό που μας έχουν επιβάλει τα κεντρικά ΜΜΕ. Η καθυστερημένη ανακοίνωση του προγράμματος δημιουργεί προβλήματα, για παράδειγμα η θέση μας για κατάργηση των εξετάσεων της Β Λυκείου η οποία ενώ έχει εξαγγελθεί αρκετά πριν από τις εκλογές δεν είχε την αναμενόμενη απήχηση αφού σχεδόν σε όλη την Ελλάδα κυκλοφορούσε μέχρι και τις εκλογές και προεκλογικό έντυπο που έλεγε ότι οι μαθητές θα δώσουν σε περιορισμένο αριθμό μαθημάτων προκαλώντας σύγχυση.

 

2. Οργάνωση: Οι αδυναμίες της οργάνωσης είναι διαχρονικές και τα αίτιά τους αναλύθηκαν στο εισαγωγικό σημείωμα. Οι αδυναμίες αυτές οφείλονται εν μέρει και στο οργανωτικό σχήμα αλλά κυρίως οφείλονται στο έλλειμμα πολιτικής λειτουργίας των οργανώσεων γι΄ αυτό και οι όποιες οργανωτικές αλλαγές θα έχουν νόημα και ουσιαστικό αποτέλεσμα μόνο στο βαθμό που θα προωθήσουν αυτή την πολιτική λειτουργία αλλάζοντας τους εσωκομματικούς πολιτικούς συσχετισμούς.

 

3. Μ.Μ.Ε.: Ο ρόλος τους ήταν καταλυτικός. Είναι δεδομένο ότι αν τα ΜΜΕ δεν επιχειρούσαν συστηματικά να χειραγωγήσουν το εκλογικό σώμα προς όφελος του κ. Σημίτη, το εκλογικό αποτέλεσμα θα ήταν εντελώς διαφορετικό. Κατά την άποψή μου το ότι δεν δώσαμε ιδιαίτερο βάρος στην συστηματική και τεκμηριωμένη ανάδειξη και καταγγελία αυτής της λειτουργίας των ΜΜΕ ήταν λάθος.

 

4. Επικοινωνιακή Πολιτική: Η πολιτική παρουσία του Προέδρου ήταν αψεγάδιαστη. Η δυνατότητα που του δόθηκε κατά την προεκλογική περίοδο να παρουσιάσει τον πολιτικό του λόγο μέσα από την τηλεόραση είχε καταλυτική επίδραση στο εκλογικό σώμα και ανέδειξε την ηγετική του φυσιογνωμία.

 

5. Στελεχιακό δυναμικό: Μια από τις πάγιες αδυναμίες (που είναι ετερογενείς και γι αυτό δεν είναι δυνατή η μεμονωμένη διόρθωση τους) είναι η μη αξιοποίηση όλου του στελεχιακού δυναμικού. Η σύνθεση των ψηφοδελτίων σε ορισμένες τουλάχιστον περιοχές (π.χ. Β’ Αθηνών, Β’ Πειραιά) είχε σημαντικές αδυναμίες.

 

6. Ιδεολογία: Παρά τη μετακίνηση του ΠΑΣΟΚ σε επίπεδο κυβερνητικής πρακτικής αλλά και θέσεων σε δικές μας θέσεις είναι σαφές ότι εξακολουθούν να λειτουργούν τα αυτοματοποιημένα αντανακλαστικά (αντιδεξιά σύνδρομα) που δημιουργήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες. Η προσπάθεια του Προέδρου και της επικοινωνιακής πολιτικής να δημιουργήσει ρήγματα στις τεχνητές διαχωριστικές γραμμές είχαν εν μέρει θετικά αποτελέσματα. Η προσπάθεια πρέπει να συνεχιστεί και να γίνει με πιο συστηματικό τρόπο στα πλαίσια μιας στρατηγικής την οποία θα πρέπει να κληθούν να υλοποιήσουν το σύνολο των στελεχών και του κομματικού μηχανισμού.

 

7. ΠΑΣΟΚ: Οι μεγαλύτερες αδυναμίες του ΠΑΣΟΚ ανάγονται στην πολιτική του στα εθνικά και κοινωνικά θέματα ενώ τη μεγαλύτερη δύναμή του αποτελούν η κυριαρχία στα ΜΜΕ και ο κομματικός κρατικός μηχανισμός.

 

 

Α. ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ

 

Γραμματέας Συνδικαλισμού Ν.Δ.