«Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας σε τελική ανάλυση

ανάγονται σε ένα και μόνο πρόβλημα, το πολιτικό».

Κωνσταντίνος Καραμανλής, 6 Νοεμβρίου 1974

 

Η πολιτική είναι η ύψιστη λειτουργία μιας Δημοκρατικής κοινωνίας.

Στόχος της πολιτικής, αποκλειστικός, οφείλει να είναι η εξασφάλιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του Έθνους και η βελτίωση της κοινωνίας, του βιοτικού επιπέδου, των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, της ισονομίας της ισοπολιτείας και της κοινωνικής προστασίας και αλληλεγγύης.

Η άσκηση της εξουσίας είναι μέσο για την εφαρμογή της πολιτικής. Δεν είναι αυτοσκοπός.

Όταν η εξουσία γίνεται αυτοσκοπός, όταν η «πολιτική» μετατρέπεται σε όχημα για την κατάληψη και τη νομή του κράτους, τότε η πολιτική γίνεται προσχηματική και ανέντιμη, αυτοκαταργείται και χρεοκοπεί.

Η πολιτική οφείλει να είναι προσανατολισμένη κυρίως στο μέλλον, να προβλέπει και να προλαμβάνει εξασφαλίζοντας σταθερότητα και ερείσματα πολιτικά και οικονομικά, οφείλει να είναι «χρηστή και χρήσιμη» και όχι κατ’ ανάγκη ευχάριστη.

Υπ’ αυτήν την έννοια το πολιτικό κόστος οι πραγματικοί πολιτικοί το αγνοούν.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα ορθής πολιτικής λειτουργίας είναι η συνέπεια και η αυταπάρνηση με την οποία άσκησε την εξουσία ο Κ. Καραμανλής και στις δύο περιόδους διακυβέρνησης της χώρας. Ιδιαίτερα αξίζει να αναφερθεί, όχι μόνο η προσήλωση του στους στρατηγικούς Εθνικούς στόχους και στην ανάπτυξη, άλλα και η άρνησή του να υποκύψει στον πειρασμό της δημαγωγίας, γεγονός που μεταξύ των άλλων μαρτυρά η δημόσια άρνηση του, και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο, να χαρίσει τα αγροτικά δάνεια και η επιστράτευση των καθηγητών τον Φεβρουάριο του 1963 μετά από μακρά απεργία, παρά το γεγονός ότι η οικονομία ήταν υγιής και ο προϋπολογισμός είχε πρωτογενές πλεόνασμα.

Δυστυχώς η εκλογική νίκη του Γ. Παπανδρέου το 1963 εγκαινίασε έναν κύκλο που κυριαρχήθηκε από την δημοσιονομική ανευθυνότητα που έθεσε την οικονομία στην υπηρεσία των κομματικών σκοπιμοτήτων. Έτσι προχωρώντας σε παροχές μετά από 2 μήνες οδήγησε τη χώρα πάλι σε εκλογές τον Φεβρουάριο του 1964 που του εξασφάλισαν μεγάλη πλειοψηφία.

Η Μεταπολίτευση εγκαινίασε έναν άλλο κύκλο. Τον κύκλο που κυριαρχήθηκε από τα ιδεολογήματα της Αριστεράς[1], , ή αλλιώς παραφράζοντας το «τέσσερα πόδια καλό δύο πόδια κακό» ( George Orwell, Η φάρμα των ζώων), σε «ό,τι κρατικό καλό ό,τι ιδιωτικό κακό».

Αυτά τα ιδεολογήματα μετά το 1981 οδήγησαν στην υπερχρέωση της οικονομίας[2], στην αποδόμηση του παραγωγικού ιστού και στη διάλυση του κράτους.

Η πολιτική που οδήγησε στη χρεοκοπία στην ουσία ήταν η πολιτική της Αριστεράς, (αποτελώντας εργαλείο στα χέρια των λαϊκιστών[3]), ανεξάρτητα από το ποιος την άσκησε. Ήταν η πολιτική που με ιδιαίτερη ευκολία βάφτιζε κοινωνικό αγαθό οτιδήποτε ακουγόταν ευχάριστο στα αυτιά των πολιτών, παραγνωρίζοντας ως επουσιώδη σημαντικά ζητήματα. Αυτά ασφαλώς είναι αφ’ ενός η ανάπτυξη και η παραγωγή πλούτου η οποία αναγκαστικά είναι προϋπόθεση και της ανεξαρτησίας και της ισχύος του κράτους αλλά και της ευημερίας της κοινωνίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης. Αφ’ ετέρου η ιεράρχηση των κοινωνικών αγαθών και το εναλλακτικό τους κόστος – η οριοθέτηση αυτών που επωφελούνται απ’ αυτά και η κατανομή του «λογαριασμού».

Παράλληλα, κοινωνικά αγαθά όπως η ασφάλεια η ευνομία και το αναπτυξιακό κράτος έμειναν στη σκιά και σε ορισμένες περιπτώσεις διαβλήθηκαν ή και «λιθοβολήθηκαν» πολιτικά.

Θα ανέμενε κάποιος ότι το «λεφτά υπάρχουν», ενώ σοβούσε ήδη η παγκόσμια κρίση και η χώρα κινδύνευε να πέσει στην περιδίνησή της, θα αποτελούσε το κύκνειο άσμα του λαϊκισμού και των Αριστερών ιδεολογημάτων. Όμως η μακροχρόνια κυριαρχία τους στην κοινωνία είχε ήδη οδηγήσει σε χρεωκοπία το πολιτικό σύστημα

Έτσι η χρεωκοπία της πολιτικής οδήγησε σε ένα κλειστό και διεφθαρμένο εξουσιαστικό σύστημα, βασισμένο στο φτηνό λαϊκισμό και στις πελατειακές σχέσεις που μοιραία κατέληξε να είναι και δραματικά ανεπαρκές και εκφυλισμένο.

Όπως ακριβώς μια μικρή κλειστή κοινωνία απειλείται με εκφυλισμό λόγω των αιμομιξιών.



[1] “Η νομιμοποίηση της κομμουνιστικής Αριστεράς συνοδεύτηκε από την υιοθέτηση σημαντικού μέρους των ιδεολογημάτων της, ακόμη και από δυνάμεις που βρίσκονταν στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος. Ιδίως η επικράτηση της λογικής ότι «ο λαός έχει πάντα δίκιο», οδήγησε στην αντίληψη ότι κάθε διεκδίκηση έναντι του κράτους, ακόμη και η πιο παράλογη και ιδιοτελής, είναι νόμιμη και δικαιολογημένη («Στον καταμερισμό όμως των ευθυνών, δεν μπορεί να μην πάρουν τη θέση τους και τα κόμματα της Αριστερής Αντιπολίτευσης.” («Θέσεις για τη Νέα Ελληνική Ανόρθωση» Α. Λοβέρδος, 2012)

[2] Σε υπόμνημα του προς τον Α. Παπανδρέου στις 10/6/88 ο πρώτος Υπουργός Συντονισμού του ΠΑΣΟΚ επεσήμαινε: «Το κύριο χαρακτηριστικό της οικονομικής πολιτικής» έγραφε ο κ. Λάζαρης «ήταν η ραγδαία αύξηση των δαπανών του κρατικού προϋπολογισμού και του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Μέσα σε οκτώ χρόνια ο συνολικός κρατικός προϋπολογισμός πενταπλασιάστηκε (από 625 δισ. δρχ. το 1981 σε 3,2 τρισεκατομμύρια το 1988). Και θα πρέπει να σημειωθεί ότι η επέκταση αυτή έγινε σε συνθήκες οικονομικής στασιμότητας, αφού κατά την επταετία η αύξηση του πραγματικού εθνικού εισοδήματος δεν ξεπερνά το 7% (δηλαδή 1% ετησίως)».

Στο ίδιο υπόμνημα σημείωνε:

«Σ’ αυτή τη δύσκολη κατάσταση φτάσαμε λόγω των ανεξέλεγκτων αυξήσεων των δημοσίων δαπανών κατά τα προηγούμενα χρόνια. Και το πρόβλημα τώρα είναι ότι δεν μπορούμε πια εύκολα να ελέγξουμε την κατάσταση, γιατί μπήκε ήδη σε λειτουργία ο αυτόματος πιλότος του δημοσίου χρέους και άλλων ανελαστικών κονδυλίων, που επηρεάζουν αυτόνομα τη διαμόρφωση του προϋπολογισμού, ανεξάρτητα, δηλαδή, από την κυβερνητική βούληση». (Α. Λάζαρης)

 

[3] «Ο λαϊκισμός δεν έχει κοινωνικό σχέδιο διακριτό. Ούτε ουτοπικό, ούτε σοσιαλιστικό, ούτε μεταρρυθμιστικό. Σε μια κατάσταση κρίσης, με έκδηλα αδιέξοδα και συνειδητοποιημένες δυσλειτουργίες του συστήματος, απαντά με τη φενάκη της πολιτικής βούλησης, με μια βουλησιαρχική έπαρση ότι η νέα εξουσία, καθ’ όσον λαϊκή άρα ανιδιοτελής, μπορεί “να λύσει το πρόβλημα”. Λύση του προβλήματος είναι ο εαυτός της. (...) Ο λαϊκιστικός βολονταρισμός, άλλωστε, ήταν αυτός που εξέθρεψε τις πρακτικές του αυταρχικού κρατισμού και τα φαινόμενα ανομίας, διότι η πολιτική βούληση, σε τελευταία ανάλυση, υποκαθιστά την αντικειμενικότητα των θεσμών, αλλά και προδίδει μια περιφρόνηση προς το δικαιικό σύστημα. Έτσι το ισχυρό κράτος εύκολα κατολισθαίνει στον αυταρχισμό», έγραφε ο Άγγελος Ελεφάντης στο βιβλίο του «στον αστερισμό του λαϊκισμού» το 1991.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ 26-7-2012

http://www.antonakos.edu.gr [email protected]