Η μεσαία τάξη δεν «πάει στον Παράδεισο».

Πολύς θόρυβος έγινε για την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης. Όπως και σε πολλά άλλα ζητήματα η εικόνα που παρουσιάστηκε ήταν στρεβλή ή στην καλύτερη περίπτωση ελλιπής αν όχι μεροληπτική. Το βάρος στην αρχική ανακοίνωση δόθηκε στην κατάργηση για τους εργαζόμενους στον Ιδιωτικό Τομέα γεγονός που υπήρξε καθοριστικό για την «εικονική πραγματικότητα» που δημιουργήθηκε. Έγινε επίσης αναφορά σε μέτρο που οδηγεί στην ελάφρυνση της μεσαίας τάξης το οποίο με την σειρά του συνέβαλε στην δημιουργία σύγχυσης και αποπροσανατολισμού. Τα στοιχεία όμως αποδεικνύουν ότι στην πραγματικότητα το μέτρο ευνοεί την ανώτερη εισοδηματική τάξη και –όπως έγινε εμφανές και από τις συμπληρωματικές ανακοινώσεις για απαλλαγή ενοικίων, μερισμάτων, κ.λπ.- προνομιούχες κοινωνικές τάξεις συμπεριλαμβανομένων και εκείνων οι οποίες πρωταγωνιστούσαν και πρωταγωνιστούν στην φοροδιαφυγή και την παραοικονομία.

Ετήσιο

εισόδημα

Εισφορά

Αλλ.

12.000

0

12.500

11

13.000

22

16.000

88

20.000

176

25.000

426

50.000

3.571

200.000

15.351

250.000

20.151

Οι «ελάφρυνση»  για την συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων του Ιδιωτικού Τομέα και των αγροτών είναι «φάντασμα». Ο παρατιθέμενος πίνακας είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικός. Να διευκρινισθεί ότι το ετήσιο εισόδημα που εμφανίζεται στην πρώτη στήλη είναι το διαθέσιμο μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών κρατήσεων και του φόρου εισοδήματος, ενώ στην δεύτερη στήλη εμφανίζεται η ισχύουσα έως τώρα ετήσια εισφορά αλληλεγγύης. Επομένως, στις σημερινές συνθήκες, το μέτρο αφορά ένα ιδιαίτερα μικρό ποσοστό εργαζομένων και αγροτών ενώ για την πλειοψηφία δεν υπάρχει καμία ελάφρυνση αφού το διαθέσιμό τους δεν ξεπερνά τις 12.000€. Ενώ και για όσους ξεπερνούν, αλλά όχι πάρα πολύ, αυτό το εισοδηματικό όριο η ελάφρυνση δεν είναι σε καμία περίπτωση σημαντική.

Μια άλλη κατηγορία «επωφελούμενων» είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες-αυτοαπασχολούμενοι. Όμως σύμφωνα με μελέτες: «το ποσοστό των μη-δηλωθέντων εισοδημάτων των αυτοαπασχολούμενων κυμαίνεται στο 57-58,6%, ενώ για τους μισθωτούς το αντίστοιχο ποσοστό είναι 0,5-1%»(dianeosis.org, 2016). Ενώ βεβαίως, είναι γνωστό ότι τα εισοδήματα αυτής της κατηγορίας είχαν μια «αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα» στα εκάστοτε όρια του αφορολόγητου. Συνδυαστικά, μπορεί κάποιος εύλογα να υποθέσει ότι είναι πολύ μικρό το ποσοστό των ειλικρινών φορολογουμένων αυτής της κατηγορίας των οποίων το διαθέσιμο εισόδημα ξεπερνά σημαντικά τις 12.000€ ώστε να αποκομίσουν μια ουσιαστική ωφέλεια που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί δίκαια «ελάφρυνση».

Ούτε βεβαίως οι κάτοχοι ενός ενοικιαζόμενου διαμερίσματος μπορεί να θεωρηθούν επωφελούμενοι. Αν τα διαμερίσματα δεν είναι στην Ηρώδου του Αττικού, στο Παλαιό Ψυχικό ή δεν είναι βίλες στην Μύκονο ή την Σαντορίνη το διαθέσιμο εισόδημα που αποκομίζει ο ιδιοκτήτης τους σπάνια ξεπερνά τις λίγες χιλιάδες ευρώ. Το μέτρο δεν αφορά λοιπόν την πλειονότητα των ιδιοκτητών οι οποίοι εκτός από την κατοικία τους μπορεί να διαθέτουν και έναν μικρό αριθμό ακινήτων αυτής της κατηγορίας. Επίσης τα μέτρα της απαλλαγής των τόκων και των μερισμάτων από την εισφορά αλληλεγγύης είναι παντελώς αδιάφορα για την συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών αφού τόσο τα εκμηδενισμένα επιτόκια όσο και ο «βαρύς χειμώνας» του χρηματιστηρίου δεν αφήνουν περιθώρια σε όσους διαθέτουν ακόμα και λίγες εκατοντάδες χιλιάδων αποταμιεύσεις ή έστω και μερικές χιλιάδες μετοχών να αποκομίσουν αξιοσημείωτα εισοδήματα από αυτά.

Μπορεί το μέτρο να προβλήθηκε και ως μία από τις ενέργειες ελαφρύνσεων για την μεσαία τάξη αλλά ο ισχυρισμός αυτός είναι αναληθής. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Σ.Ε.Β.(in.gr, 20/02/2020) στην Ελλάδα λογίζονται ότι ανήκουν στην μεσαία τάξη τετραμελείς οικογένειες των οποίων το διαθέσιμο εισόδημα κυμαίνεται μεταξύ 14.700€ και 39.300€. Είναι προφανές ότι, ακόμα και για οικογένεια δύο εργαζομένων που βρίσκεται στο άνω εισοδηματικό όριο της μεσαίας τάξης η ελάφρυνση είναι οριακή. Σε περίπτωση μάλιστα που το ίδιο οικογενειακό εισόδημα εξασφαλίζεται μόνο από τον ένα εκ των δύο συζύγων η ελάφρυνση είναι πολλαπλάσια. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη του Σ.Ε.Β. η μεσαία τάξη καταβάλλει το 51% των φορολογικών εσόδων ενώ πριν από την κρίση κατέβαλλε το 37,3%. Είναι φανερό βέβαια ότι για τις οικογένειες της μεσαίας τάξης -με δεδομένο πως η συντριπτική πλειοψηφία τους βρίσκεται πιο κοντά στο κατώτατο εισοδηματικό όριο- η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης δεν θα τους προσφέρει καμία ουσιαστική ανακούφιση από τα φορολογικά βάρη.

Το ερώτημα είναι ποιοι τελικά ωφελούνται από το μέτρο; Είναι φανερό ότι οι κερδισμένοι ανήκουν κατ’ αρχήν σε τέσσερις κύριες κατηγορίες των οποίων τα διαθέσιμα εισοδήματα ενδέχεται, αθροιζόμενα και από τον συνδυασμό των πηγών, να είναι ακόμα υψηλότερα. Αυτές οι κατηγορίες είναι α) οι κάτοχοι μεγάλης ακίνητης περιουσίας από την οποία εισπράττονται ενοίκια β) όσοι απολαμβάνουν ιδιαίτερα υψηλούς μισθούς (πρόεδροι, διευθύνοντες σύμβουλοι, συνήθως ιδιοκτήτες ή συγγενείς τους, επώνυμοι δημοσιογράφοι -εξ ου προκύπτει και ένα άλλο είδος χρηματισμού της ενημέρωσης-, κ.λπ.) γ) οι μεγαλομέτοχοι-ιδιοκτήτες μεγάλων επιχειρήσεων δ) οι μεγάλοι παραγωγοί. Η εξαίρεση των Δημοσίων Υπαλλήλων και των συνταξιούχων από το μέτρο -επειδή σύμφωνα με τους «απολογητές» της σχετικής ρύθμισης δεν επλήγησαν από την συνακόλουθη με την πανδημία οικονομική κρίση- δεν αντέχει σε κριτική. Πρώτον γιατί όπως δείχνουν τα στοιχεία δεν παρέχεται καμία ουσιαστική ελάφρυνση στους πλέον αδύναμους οικονομικά και δεύτερον γιατί εκείνοι που ουσιαστικά ευνοούνται ούτε σε κατάσταση ανέχειας βρίσκονται ούτε μπορεί κάποιος να ισχυριστεί σοβαρά ότι το μέτρο αποτελεί κίνητρο ενίσχυσης της υγιούς και βιώσιμης ανάπτυξης.

Όταν ένας συνταξιούχος –με το προ ΣΥΡΙΖΑ καθεστώς- με 35 χρόνια υπηρεσίας, ή ένας από τους ηρωικούς νοσηλευτές του ΕΣΥ που θα γλύτωνε με την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης λίγες δεκάδες ευρώ εξαιρούνται, την ίδια στιγμή που άλλοι απαλλάσσονται από δεκάδες χιλιάδες, είναι φανερές αλλά δυσεξήγητες αν όχι ανομολόγητες οι προτεραιότητες. Η μεσαία τάξη που επιβαρύνεται με το 51% των φορολογικών εσόδων, παρά το γεγονός έχει υποστεί μεγάλες απώλειες –πριν από την κρίση το εύρος εισοδήματος της ήταν από τις 22.500€ έως τις 60.000-  και η οποία: «θεωρείται ως το πιο δυναμικό στρώμα της κοινωνίας και, εν πολλοίς, η οικονομική της ευμάρεια καθορίζει όχι μόνο την οικονομική κατάσταση και τις προοπτικές μιας χώρας, αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις»  σύμφωνα με την ανάλυση του ΣΕΒ ουσιαστικά παραγκωνίζεται, όταν σημαντικά τμήματά της αγνοούνται την ίδια στιγμή που στηρίζονται τα υψηλότερα εισοδήματα. Όταν μάλιστα, όπως επισημαίνεται και διεθνώς,  η συσσώρευση πλούτου στα υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα και η διεύρυνση των ανισοτήτων διαρρηγνύουν την κοινωνική συνοχή και δυναμιτίζουν τα θεμέλια της Δημοκρατίας, τότε τα ερωτηματικά που εγείρονται είναι περισσότερα και πιο επιτακτικά.

Αντωνάκος Αντώνης

21-09-2020

[email protected]           http://www.antonakos.edu.gr

Δημοσιεύθηκε ή αναδημοσιεύθηκε και στα sites: diktyo, dakekavalas, e-simerini, palo.