Εκτύπωση
Κατηγορία: Αρθρογραφία
Εμφανίσεις: 1732

 

Tα ελλείμματα της εκπαιδευτικής πολιτικής και η προσπάθεια ενοχοποίησης των εκπαιδευτικών.

του  Αντώνη Αντωνάκου
Αντιπροέδρου της ΟΛΜΕ

 

Ερώτηση: Ποια είναι η αποτίμηση που κάνετε μετά από 5 χρόνια

εφαρμογής της Εκπαιδευτικής Μεταρρύθμισης των αποτελεσμάτων του νέου εκπαιδευτικού συστήματος;

Τo 1997 o τότε Υπουργός Παιδείας κ. Αρσένης, νομοθέτησε  και επέβαλλε ένα καινούργιο σύστημα εισαγωγής στα Πανεπιστήμια το οποίο οδηγούσε το Λύκειο σε ασφυξία.

Η αντίδραση της εκπαιδευτικής κοινότητας και ιδιαίτερα της Ο.Λ.Μ.Ε. ήταν άμεση και αποφασιστική αλλά δεν κατόρθωσε να κάμψει τον αυταρχισμό και την αλαζονεία της Κυβέρνησης. Ούτε η καθολική «επανάσταση» επί 1 τρίμηνο των μαθητών δημιούργησε ρήγματα στην Κυβερνητική Πολιτική. Σήμερα ύστερα από 5 χρόνια το χάρτινο οικοδόμημα της «εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης» έχει καταρρεύσει, δημιουργώντας  εν’ τω μεταξύ 10δες χιλιάδες αθώα θύματα. Η εμμονή του νυν Υπουργού Παιδείας στην σταδιακή «αποκαθήλωση» των νομοθετικών ρυθμίσεων Αρσένη προτάσσει για μια ακόμα φόρα τα Κυβερνητικά προσχήματα από το δημόσιο συμφέρον αδιαφορώντας για το γεγονός ότι το συμφέρον αυτό αφορά παιδιά, σε τελική δηλαδή ανάλυση το μέλλον του τόπου.

Με αυτόν τον τρόπο διατηρείται έστω και αποδυναμωμένη η «αιχμαλωσία» του Λυκείου και εξακολουθεί ο πειραματισμός στα «εικονικά» σχολεία που κατ’ ευφημισμόν ονομάζονται  Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια.

‘Όταν οι καθηγητές αντέδρασαν στον νόμο του κυρίου Αρσένη κατηγορήθηκαν από την Κυβερνητική προπαγάνδα ως διεφθαρμένοι και φυγόπονοι. Ακόμα με πληρωμένη προπαγάνδα επιχειρήθηκε να πεισθεί η κοινή γνώμη ότι το καινούργιο σύστημα θα δημιουργούσε μια ουσιαστική βελτίωση στο επίπεδο σπουδών και θα καταργούσε την παραπαιδεία. Πέντε χρόνια μετά αισθανόμαστε δικαιωμένοι. Τα Πανεπιστήμια διαμαρτύρονται για το επίπεδο των νέων φοιτητών οι ίδιοι οι φοιτητές συναντούν εξαιρετικές δυσκολίες προσαρμογής λόγω των κενών που έχουν και όλα αυτά με την παραπαιδεία να έχει εξελιχθεί σε δεύτερο σχολείο. Το χειρότερο βέβαια είναι ότι πάνω από το 20% του μαθητικού δυναμικού απομακρύνεται από το Εκπαιδευτικό Σύστημα ενώ χιλιάδες άλλοι ταλαιπωρούνται στα Τ.Ε.Ε. τα οποία κατά κοινή ομολογία είναι πολύ χειρότερα από τα Πολυκλαδικά και τα Τ.Ε.Λ. που αντικατέστησαν. Αν και δικαιωμένοι λοιπόν, δεν αισθανόμαστε καμία ικανοποίηση, γιατί αναλογιζόμαστε τα θύματα αυτής της χρεοκοπημένης πολιτικής, της οποίας η αργή αποσύνθεση εξακολουθεί να ταλαιπωρεί μαθητές και καθηγητές.

Ερώτηση: Η Κυβέρνηση ωστόσο επιχειρεί να προωθήσει την αξιολόγηση στο σχολείο. Δεν είναι η έλλειψη αξιολόγησης ένας αρνητικός παράγοντας;  Γιατί αντιδρούν οι καθηγητές στην εφαρμογή της;

Να τονίσουμε ότι είναι λανθασμένη η εντύπωση ότι η Ο.Λ.Μ.Ε. αντιδρά στην αξιολόγηση. Η πλειοψηφία των καθηγητών είναι υπέρ μιας αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος και των συντελεστών του που θα έχει σαν στόχο την συνολική βελτίωση των παρεχόμενων εκπαιδευτικών υπηρεσιών.

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να τονίσω ότι η δική μας παράταξη δεν έπαψε ποτέ να αντιτίθεται στην έλλειψη της αξιολόγησης και να απαιτεί την καθιέρωση της; Γιατί πάντα πιστεύαμε στην αξία του ατόμου και στην αξιοκρατία και ποτέ δεν συμβιβαστήκαμε με τον ισοπεδοτισμό και την κομματοκρατία.

Κατανοούμε και θεωρούμε απόλυτα δικαιολογημένη την απαίτηση των γονιών και της κοινωνίας

γενικότερα για ένα καλύτερο εκπαιδευτικό σύστημα με αναβαθμισμένους όλους τους

συντελεστές του στους οποίους ασφαλώς συμπεριλαμβάνεται και ο εκπαιδευτικός.

Εν τω μεταξύ η Κυβέρνηση εξακολουθεί την προσφιλή τακτική της παράγοντας «εικονική πολιτική» και δημιουργώντας εξιλαστήρια θύματα. Επιχειρεί να ενοχοποιήσει για μια ακόμα φορά τους εκπαιδευτικούς, για το γκρίζο εκπαιδευτικό τοπίο που παράγουν η ανυπαρξία στρατηγικού εκπαιδευτικού σχεδιασμού και προγραμματισμού, η χρόνια υποχρηματοδότηση και η διαχειριστική ανικανότητα, μιας διοίκησης την οποία σκόπιμα έχουν μετατρέψει σε κομματική «Φιλιππινέζα». Γνωρίζοντας πολύ καλά την τέχνη της προπαγάνδας αξιοποιούν ένα σχεδόν απόλυτα χειραγωγημένο σύστημα Μ.Μ.Ε. για να κατασκευάσουν την «πραγματικότητα» στα τηλεοπτικά εργαστήρια. Το γεγονός πλέον υφίσταται μόνον ως τηλεοπτική εικόνα αλλιώς δεν υπάρχει. Έτσι στην συγκεκριμένη περίπτωση το γεγονός δεν είναι τα τραγικά ελλείμματα στις υποδομές και η ανυπαρξία σοβαρότητας στον σχεδιασμό των στόχων και του περιεχομένου της εκπαίδευσης αλλά η μη αξιολόγηση όχι του εκπαιδευτικού έργου και των συντελεστών του, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εκπαιδευτικός, αλλά μόνο του εκπαιδευτικού. Για μια ακόμα φόρα η Κυβέρνηση επιχειρεί να μετατρέψει το μαύρο σε άσπρο.

Έτσι ενώ με την πολιτική της δείχνει την έλλειψη αξιολόγησης σαν υπαίτια για την κακή λειτουργία του σχολείου την ίδια στιγμή αντί να προώθηση την αξιοκρατία και να απαλλάξει την εκπαίδευση από τον κομματικό εναγκαλισμό προωθεί την απόλυτη κομματοκρατία στοχεύοντας στην κομματική επιλογή και στον ασφυκτικό έλεγχο του συνόλου της ιεραρχίας και της επιστημονικής καθοδήγησης (Σχολικοί Σύμβουλοι) της εκπαίδευσης.

Υπάρχουν όμως τα παρακάτω ερωτήματα στα οποία θα πρέπει να απαντήσει ο Υπουργός Παιδείας και το Π.Α.Σ.Ο.Κ αν η αξιολόγηση είναι πανάκεια όπως τώρα επιχειρεί να πείσει τον Ελληνικό Λαό.

Α) Γιατί επί 20 χρόνια έχει αφήσει το εκπαιδευτικό σύστημα χωρίς αξιολόγηση; Δεν πρέπει να ζητήσει συγνώμη;

Β) Αν κάνει τόσα χρόνια να κατανοήσει ένα τόσο σημαντικό, κατά την άποψη του, ζήτημα, πόσο ήσυχος μπορεί να είναι ο Ελληνικός Λαός με την ικανότητα της Κυβέρνησης του; Πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να κατανοήσει την αναγκαιότητα άλλων εξ’ ίσου σημαντικών ή σημαντικότερων θεμάτων;

Γ) Γιατί η «αξιολόγηση» δεν επεκτείνεται στους άλλους συντελεστές της εκπαίδευσης; Αναλυτικά Προγράμματα και Π.Ι. βιβλία συγγραφείς και επιτροπές κρίσεως;

Ερώτηση: Τι εννοείτε ακριβώς με τον όρο κομματοκρατία; Πως εκφράζεται και υλοποιείται αυτή η πολιτική της Κυβέρνησης;

Θα πρέπει κατ’ αρχήν να αναφερθούμε στα δεδομένα που έχουμε αυτή τη στιγμή. Έχουμε μα πρακτική που ακολουθείται τις τελευταίες δεκαετίες. Είναι γνωστό ότι το 1982 καταργήθηκε η μεσαία και ανώτερη ιεραρχία όχι μόνο της εκπαίδευσης αλλά όλου του Δημόσιου Τομέα. Την θέση των Διευθυντών και των Γενικών Διευθυντών κατέλαβαν με ρόλο κομματικού κομισάριου σύμβουλοι και Ειδικοί Γραμματείς ταυτισμένοι με τον εκάστοτε Υπουργό Παιδείας. Το αποτέλεσμα ήταν η ασυνέχεια της διοικήσεως και η ανικανότητα διαχειρίσεως ακόμα και σε επουσιώδη θέματα. Αυτό βεβαίως ελάχιστα απασχολεί την Κυβέρνηση αφού το μόνο που την ενδιαφέρει είναι ο κομματικός έλεγχος. Γεγονός που απεικονίζεται στο 95% περίπου που ελέγχει  σήμερα το Π.Α.Σ.Ο.Κ. στο επίπεδο των Διευθυντών  Γραφείων και Διευθύνσεων καθώς και Σχολικών Συμβούλων. Είναι γνωστό επίσης ότι το 1985  καταργήθηκε η μονιμότητα και των διευθυντών σχολικών μονάδων. Το τι επακολούθησε είναι γνωστό αφού οι Διευθυντές επί θητεία ακολουθούν τις αλλαγές στη Διακυβέρνηση της χώρας, και άλλοτε, όπως συμβαίνει και τώρα έχουμε μια εκκρεμότητα, με αναπληρώσεις ή με παρατάσεις θητείας. Με αφετηρία αυτό λοιπόν το παρελθόν της Κυβέρνησης έχουμε δύο νέα δεδομένα τους Περιφερειακούς Διευθυντές και τα νέα κριτήρια επιλογής των στελεχών της εκπαίδευσης. Ο τρόπος επιλογής και οι αρμοδιότητες των Περιφερειακών Διευθυντών, τα κριτήρια οι διαδικασίες επιλογής και τα αυξημένα οικονομικά κίνητρα που χορηγούνται σε όλα τα στελέχη σε συνδυασμό με την συγκεκριμένη «αξιολόγηση» οδηγούν στο ασφαλές συμπέρασμα ότι δημιουργείται ένα ασφυκτικό πλαίσιο κομματικού ελέγχου, Το οποίο δεν θα λύσει προβλήματα αντίθετα θα τα διευρύνει, ενώ η Κυβέρνηση ενδιαφέρεται απλώς για την επέκταση του κομματικού κράτους. Καθ’ όσον αφορά τα προβλήματα των σχολείων  απλώς θα επιχειρήσει να τα  «κουκουλώσει» ελέγχοντας και εμποδίζοντας τις αντιδράσεις.

Ερώτηση: Πως σκοπεύετε να αντιδράσετε; Θα υπάρξουν απεργιακές κινητοποιήσεις;

Έχουμε ήδη προχωρήσει σε μια σειρά κινητοποιήσεων στις οποίες περιλαμβάνεται και μια εικοσιτετράωρη απεργία. Ασφαλώς σκοπεύουμε να συνεχίσουμε με αίτημα αιχμής την οικονομική αναβάθμιση, την απαίτηση για βελτίωση του ασφαλιστικού πλαισίου την αυτονομία του Λυκείου και την απελευθέρωση της ιεραρχικής δομής από τα κομματικά δεσμά. Έχουμε απόλυτη συναίσθηση των δυσκολιών που διαμορφώνει ένα τοπίο αδράνειας και ιδιώτευσης που συστηματικά διαμορφώνεται από την πλειοψηφία των Μ.Μ.Ε. τα οποία επιχειρούν να χειραγωγήσουν την κοινωνία για λογαριασμό της Κυβέρνησης. Θεωρούμε όμως ότι είναι καθήκον μας να αντιδράσουμε σε αυτή την κατευθυνόμενη αποσύνθεση του κοινωνικού ιστού που προωθείται με την ακύρωση της αναγκαιότητας της συλλογικότητας και της υποχρεώσης της συμμετοχής στη συνείδηση των πολιτών. Ως εκπαιδευτικοί έχουμε καθήκον απέναντι στους μαθητές μας να δείξουμε με το παράδειγμα μας τη διαφορά ανάμεσα στον ΙΔΙΩΤΗ και τον ΠΟΛΙΤΗ.

 

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ

ΜΑΡΤΙΟΣ 2002