Εκτύπωση
Κατηγορία: Αρθρογραφία
Εμφανίσεις: 1001

Η κρίση και η «φούσκα» της πραγματικής οικονομίας.

Ξαναπιάνοντας το νήμα εκεί που το αφήσαμε, στο «Οι «αγοραίοι ρήτορες» (Tribune) και η πραγματική οικονομία», οφείλουμε να τονίσουμε ότι, ασφαλώς είναι πρωταρχική η ευθύνη της πολιτείας (φυσικά των πολιτικών πάνω από όλα) για το γεγονός ότι δεν θέσπισαν τους αναγκαίους κανόνες και δεν φρόντισαν για τους αποτελεσματικούς μηχανισμούς εφαρμογής τους, ούτως ώστε η πραγματικά παραγωγική οικονομία να μην εξελιχθεί σε μεγάλο βαθμό σε μεταπρατική-παρασιτική φούσκα. Σε ένα οικονομικό «ναρκοπέδιο» χρεών και ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα, την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Ληξιπρόθεσμες οφειλές

στα ασφαλιστικά ταμεία σε δισ. €

Πηγή: Η ΗΜΕΡΗΣΙΑ 5/5/2017

Τέως Ι.Κ.Α. Ε.Τ.Α.Μ.

15.802.580.489

Τέως Ο.Α.Ε.Ε.

5.952.803.295

Τέως Ο.Γ.Α.

538.890.049

Τέως Ε.Τ.Α.Α.

198.532.851

ΣΥΝΟΛΟ

22.492.806.684

Γιατί δεν είναι μόνο τα 108 δισ. «κόκκινα» δάνεια από τα οποία όπως αναλύθηκε στο προαναφερθέν άρθρο το συντριπτικό ποσοστό προέρχεται από την «αγορά» (πληρώθηκε όμως και θα πληρωθεί μέσω της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών από όλους τους πολίτες), είναι επίσης τα 94,3 δισ.  και 22,5 δισ. ληξιπρόθεσμων οφειλών της «αγοράς» προς την Εφορία και τα Ασφαλιστικά ταμεία αντίστοιχα. Είναι επίσης βέβαιο ότι και αυτά τα χρέη τα πλήρωσαν και τα πληρώνουν όλοι οι πολίτες με την υπερβολική – παράλογη πολλές φορές (Ε.Ν.Φ.Ι.Α., κ.λπ.) - φορολογία, τη μείωση των συντάξεων, την υποβάθμιση του κράτους στους τομείς της άμυνας της ασφάλειας της πρόνοιας των υποδομών κ.λπ.. Για μην σπεύσει κάποιος να το αποδώσει αποκλειστικά στην κρίση οφείλουμε να θυμίσουμε ότι ακόμα και προ της κρίσης τα χρέη προς την εφορία και τα ταμεία ήταν υψηλά. Από την είσπραξη μάλιστα μέρους (1/3)  των ληξιπρόθεσμων οφειλών (31 δισ. το 2009) προς την εφορία ο Γιώργος (ο «λεφτά υπάρχουν») υποσχόταν στους πάντες τα πάντα παρά την παγκόσμια οικονομική λαίλαπα που είχε ξεσπάσει δύο χρόνια πριν.

Το φαινόμενο της οικοδόμησης μιας οικονομίας με πήλινα πόδια δεν είναι καινούργιο. Δεν είναι αποτέλεσμα της κρίσης. Αυτό το μοντέλο οικονομίας οικοδομήθηκε «χωρίς περίσκεψη χωρίς αιδώ» την εποχή της - πραγματικά «πρώτη φορά Αριστερά» - «Αλλαγής». Την εποχή του, «για τον Σοσιαλισμό παλεύουμε όλοι» του Άκη, του Μαυράκη, του Παπαντωνίου, του Μαντέλη, του Τσουκάτου και όλης της παρέας. Γιατί όπως σωστά είπε ο Άκης «όλοι μαζί αποφασίζαμε» (στο Κ.Υ.Σ.Ε.Α.). Την εποχή της «Ελληνικής Άνοιξης» των «μη προνομιούχων», όταν η πραγματική επιχειρηματικότητα ήταν υπό απηνή διωγμό και εξοβελιζόταν στο πυρ το εξώτερο. Την εποχή που: «ο συνολικός κρατικός προϋπολογισμός πενταπλασιάστηκε (από 625 δισ. δρχ. το 1981 σε 3,2 τρισεκατομμύρια το 1988). […] σε συνθήκες οικονομικής στασιμότητας, αφού κατά την επταετία η αύξηση του πραγματικού εθνικού εισοδήματος δεν ξεπερνά το 7% (δηλαδή 1% ετησίως)» σύμφωνα με το υπόμνημα του Α. Λάζαρη στον Α. Παπανδρέου (10/6/1988). Η αύξηση των Δημοσίων Δαπανών από 31,8% του Α.Ε.Π. το 1980 σε 48,2% το 1990, είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του καθαρού δανεισμού του Δημοσίου από 2,6% σε 16,1% και τελικά την εκτίναξη του χρέους από 28,6% σε 80,7% την ίδια περίοδο.

Δάνεια και καταθέσεις του τραπεζικού συστήματος

Σε δισ. Ευρώ.

Πηγή: Η Ελληνική Πολιτική Οικονομία 2000-2010

Έτος

Χορηγήσεις

Καταθέσεις

Ποσοστό % χορηγ./καταθ.

1993

15,61

38,94

40,09

2000

63,21

115,53

54,71

2008

233,35

217,33

107,37

Όμως, ενώ η απαράδεκτη αυτή κατάσταση, που με «συνεπή» ανευθυνότητα, οικοδομήθηκε μετά το 1981, προϋπήρχε ή ένταξη στην Ο.Ν.Ε. χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές και στοιχειώδη προετοιμασία την επιδείνωσε. Γιατί σε μια αγορά που το οξυγόνο της προερχόταν σε σημαντικό ποσοστό από τα Ευρωπαϊκά κονδύλια που εισέρρεαν στη χώρα, ήρθε να προστεθεί η θανάσιμη παγίδα του εύκολου και φτηνού δανεισμού. Είναι χαρακτηριστικά τα στοιχεία που εκτίθενται στον παρακείμενο πίνακα τα οποία δείχνουν την ραγδαία αύξηση του δανεισμού τόσο σε απόλυτα μεγέθη όσο και ως ποσοστού επί των καταθέσεων.

Κόκκινα δάνεια σε δισ. Ευρώ

Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 15/4/2017

Επιχειρηματικά

Νοικοκυριά

Μικρές & μεσαίες

23,5

Στεγαστικά

28

Ελ. Επαγγελμ. & πολύ μικρ. Επιχειρ.

16,8

Μεγάλες επιχειρήσεις

14,8

Καταναλωτικά

15,2

Λοιπές επιχ. Δραστ.

10

Σύνολο

65,1

Σύνολο

43,2

Εξάλλου, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τ.τ.Ε. που δημοσίευσε η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (15/4/2017), από τα 240,3 δισ. ( εκ των οποίων τα 108 δισ. είναι κόκκινα) χορηγήσεων τα 145,5 δισ. είναι επιχειρηματικά. Είναι σαφές όμως ότι και από τα υπόλοιπα 94,8 δισ. που αφορούν τα νοικοκυριά (στεγαστικά και καταναλωτικά) το μεγαλύτερο μέρος αφορά την ίδια κατηγορία του πληθυσμού, αφού βεβαίως οι μισθωτοί και συνταξιούχοι είναι περισσότερο συντηρητικοί τόσο στις δαπάνες όσο και στις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν.

Επομένως και το συντριπτικό ποσοστό των κόκκινων δανείων αφορά επιχειρήσεις και «νοικοκυριά επιχειρηματιών». Τελικά οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων  προς τις Τράπεζες (65,1 δισ.), την εφορία (94,3 δισ.) και τα ταμεία (22,5 δις). ανέρχονται 181,9 δισ. ξεπερνώντας το 100% του Α.Ε.Π.. Αν μάλιστα σε αυτό προστεθεί και το (άγνωστο) ποσοστό των κόκκινων δανείων από τα «νοικοκυριά των επιχειρηματιών» τότε ξεπερνά κατά πολύ το Α.Ε.Π..

Οι κρατήσεις σε μια απόδειξη 100€

Πηγή: ( Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 30/4/17)

 

Φ.Π.Α. 13%

Φ.Π.Α. 24%

Φ.Π.Α.

13,0

 

24

 

Προμήθεια τράπεζας

1,0

 

1

 

Καθαρό

86

 

75

 
 

Από

Έως

Από

Έως

Ασφ. Εισφ. Απόδ.

23,6

33,1

20,3

28,6

Φόρος εισοδήματος

11,8

24,2

10,2

20,9

Εισφαρά αλληλ.

1,2

6,3

1

5,5

Σύνολο κρατήσεων

50,6

77,6

56,5

80

Η κατάσταση ξέφυγε, μετά την ένταξη στον Ο.Ν.Ε., από κάθε έλεγχο αφού η είσοδος του νέου νομίσματος εκτόξευσε τα «επιχειρηματικά» κέρδη σε μεγάλο μέρος κυρίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών. Με μεγάλη ευκολία ένα πλήθος αγαθών και υπηρεσιών είδαν τις τιμές τους να εκτοξεύονται αφού η διαφορά ανάμεσα στη δραχμή και το κέρμα του 1€  (340.75 δρχ.) ήταν «δύσπεπτη», πόσο μάλλον η διαφορά ανάμεσα σε αυτό και στο χάρτινο νόμισμα των 100 δραχμών. Η αμοιβή των 5.000 δρχ. έγινε με ευκολία 50€, δηλαδή 17.000 δρχ. και μάλιστα πολλές φορές «χαριστικά». Έτσι οι κυρίως ωφελημένοι από το νέο νόμισμα ήταν πλήθος μικρομεσαίων επιχειρηματιών και οι επαγγελματίες ενώ οι πραγματικές αμοιβές της εργασίας δεν ακολούθησαν αυτή την έκρηξη. Η ευφορία που δημιούργησε αυτή η κατάσταση ώθησε στην αλόγιστη επέκταση της «επιχειρηματικής» δραστηριότητας. Στην Ελλάδα το 60,55% των δανείων είναι «επιχειρηματικά». Αν σε αυτά προστεθούν και τα καταναλωτικά που αντιστοιχούν σε νοικοκυριά επιχειρηματιών τότε είναι σαφές ότι σε αντίθεση με τη φούσκα των στεγαστικών που προκάλεσε την κρίση στις Η.Π.Α. εδώ η φούσκα ήταν «επιχειρηματική». Ήταν φούσκα της «αγοράς». Μιας αγοράς που δημιουργούσε την εικόνα ανάπτυξης της οικονομίας ενώ επρόκειτο για απλή διόγκωση που υποθήκευε το μέλλον αφού οδηγούσε το εμπορικό έλλειμμα στα ύψη.

Ο «στραγγαλισμός» και η ασφυξία που προκαλούν στην αγορά οι υπέρογκες κρατήσεις είναι μια πραγματικότητα. Σε κάθε περίπτωση βέβαια δεν αποτελεί αυτόδικαιολογία για τη συνέχιση του εθνικού σπορ της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, άλλωστε υπάρχουν επιχειρήσεις και επιχειρηματίες που αντέχουν να λειτουργούν νόμιμα με τους κανόνες της αγοράς και της πολιτείας. Επιπλέον η κρίση, που πλήττει τους πάντες σήμερα ανατρέποντας  δεδομένα σε βαθμό που πριν από μερικά χρόνια θα ήταν αδιανόητο, έχει οδηγήσει σε ακόμα πιο ακραίους παραλογισμούς όπως ήταν για παράδειγμα το «κούρεμα» κατά 53,5% των ομολόγων που κατείχαν οι ιδιώτες. Σε μια νύχτα άνθρωποι που είχαν αποταμιεύσει, σε πολλές περιπτώσεις τους κόπους μιας ζωής, στην «ασφάλεια» των κρατικών ομολόγων τις είδαν να εξανεμίζονται στο βωμό της κρίσης, της ανευθυνότητας και της ανεπάρκειας του πολιτικού συστήματος. Αλλά όχι μόνο η «αγορά» δεν είναι αθώα του αίματος και κύριο θύμα της κρίσης αντίθετα έχει σημαντικότατο μερίδιο της ευθύνης αφού τα ελλείμματα ήταν κυρίως δική της παραγωγή και όχι των πρωτογενών  δαπανών της γενικής κυβέρνησης οι οποίες (ως ποσοστό του αντίστοιχου Α.Ε.Π.) δεν ξεπερνούσαν το μέσο όρο των αντίστοιχων δαπανών των 15 πρώτων μελλών της Ε.Ε. (με εξαίρεση το 2008 45,5% έναντι 44,7% του Α.Ε.Π.). Τα δημοσιονομικά ελλείμματα προέρχονταν από την υστέρηση των εσόδων (αποτέλεσμα φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής, λαθρεμπορίου, κ.λπ.) και όχι από τον όγκο των δαπανών. Είναι χαρακτηριστική επί του προκειμένου η τοποθέτηση του αρμόδιου Γ.Γ. το 2010 όταν: «…σε επίσημη ομιλία του ο κύριος Γεωργακόπουλος Γ.Γ. εσόδων, αρμόδιος δηλαδή για τις εισπράξεις του κράτους, ανέβαζε την παραοικονομία σε 90 δισεκατομμύρια περίπου ή σε 40% του ΑΕΠ και τη φοροδιαφυγή σε 10 έως 12% του ΑΕΠ (25-30 δισεκατομμύρια) δηλαδή περίπου όσο ήταν το έλλειμμα το 2009…» (Α. Αντωνάκος Το μεγάλο έγκλημα της περαίωσης. 1/11/2010). Αν μάλιστα συνυπολογιστεί και η διόγκωση των κρατικών δαπανών λόγω αδικαιολόγητης είσπραξης κοινωνικών παροχών δια μέσου της απόκρυψης εισοδήματος, τότε η ευθύνη γίνεται ακόμα μεγαλύτερη.

Επιπλέον η ευθύνη της «αγοράς» στη δημιουργία του ελλείμματος του ισοζυγίου πληρωμών είναι πρωταρχική. Αδυνατώντας να καλύψει με εγχώρια παραγωγή τις ανάγκες (πραγματικές ή αποτελέσματα της διαφήμισης) της κοινωνίας και δημιουργώντας  καταναλωτικά πρότυπα που δεν αντιστοιχούσαν στις δυνατότητες της πραγματικά παραγωγικής οικονομίας εκτίναξαν το εμπορικό έλλειμμα σε ύψος που οι καθαρές μεταβιβάσεις κεφαλαίων δεν μπορούσαν να καλύψουν.

Τέλος δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ο «πακτωλός» των 10δων δισ. που διατέθηκαν για την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και των επιχειρήσεων στα πλαίσια είτε των κοινοτικών πλαισίων στήριξης είτε μέσω Εθνικών πόρων.

Γι’ αυτό παρακολουθώντας την πραγματική - ή «βολική» δεν έχει σημασία τελικά – αγωνία γύρω από την προοπτική της ανάπτυξης και το ρόλο της «αγοράς» και επειδή τα λάθη δεν πρέπει να επαναλαμβάνονται, οφείλουν οι «αγοραίοι ρήτορες» (πολιτικοί και δημοσιογράφοι) να διευκρινίσουν τα πράγματα για να μην δημιουργούνται παρανοήσεις. Για ποια αναπτυξιακή στρατηγική και σε ποιους παραγωγικούς τομείς μιλάνε; Για ποια πραγματική οικονομία μιλάνε; Για ποιες επιχειρήσεις και με ποιους κανόνες λειτουργίας μιλάνε; Για ποια ενίσχυση, με ποιους πόρους και ποιους όρους μιλάνε; Για τον περιορισμό του κράτους σε ποιους τομείς μιλάνε; Για ποιο «κοινωνικό κράτος» (Σοσιαλιστικό η Φιλελεύθερο) με ποιους και πόσους πόρους, ποια όργανα υλοποίησης και με ποιους όρους μιλάνε;

Γιατί από μαθητευόμενους μάγους έχουμε καεί και τα κροκοδείλια δάκρυα, από βολεμένους που προσπαθούν να παραστήσουν τους λαϊκούς και που τα Μ.Μ.Ε. μας τους πλασάρουν με το μικρό τους όνομα για να μας τους καταστήσουν οικείους, αντί να μας ανακουφίσουν μας εξοργίζουν.

 

7-5-3017