Ένα άγαλμα για τον Τσόρτσιλ.

«Δεν έχω τίποτε να σας προσφέρω εκτός από αίμα, μόχθο, δάκρυα και ιδρώτα. Έχουμε μπροστά μας ένα μαρτύριο της πιο οδυνηρής μορφής. Έχουμε μπροστά μας πολλούς, πολλούς μήνες αγώνα και πόνου. […] Ρωτάτε: "Ποιος είναι ο σκοπός;" Μπορώ ν' απαντήσω με μια λέξη. Είναι η νίκη. Νίκη με κάθε κόστος, νίκη παρ' όλο τον τρόμο, νίκη, όσο μακρύς και σκληρός κι αν είναι ο δρόμος. Γιατί χωρίς νίκη, δεν υπάρχει επιβίωση». Από το διάγγελμα προς τον λαό όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία τον Μάιο του 40.

Για τους Βρετανούς ήταν ο «πατέρας της νίκης», για τους Έλληνες έπρεπε να είναι ο «πατέρας της μεταπολεμικής Δημοκρατίας».

Δεν είναι μόνο οι συμφωνίες της Μόσχας (9/10/1944) με τον Στάλιν και λίγους μήνες αργότερα (4-11/2/1945) η συνδιάσκεψη της Γιάλτας με τους Στάλιν και Ρούσβελτ, που έστω και ανεπίσημα αναγνώρισε τα συμφωνηθέντα στη Μόσχα όσον αφορά την Ελλάδα, είναι κυρίως η σθεναρή και ενάντια σε πολλούς στάση του Τσόρτσιλ, με αποκορύφωμα την επίσκεψη του στη ματωμένη και σπαρασσόμενη από τα Δεκεμβριανά Αθήνα τα Χριστούγεννα του 1944, που έκρινε την μάχη και καθόρισε τη μοίρα της χώρας.

Η υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας (12/2/1945), την επομένη της λήξης της συνδιάσκεψης της Γιάλτας, ήταν κομβικής σημασίας γιατί όταν τον επόμενο χρόνο άρχισε ο «τρίτος γύρος» τα δεδομένα στην Αμερική είχαν αλλάξει με την ανάληψη της προεδρίας (12/4/1945) από τον Χάρι Τρούμαν. Αλλά κυρίως είχαν αλλάξει σημαντικά οι απόψεις γύρω από την αντιμετώπιση της Σοβιετικής Ένωσης και της επέκτασης της σφαίρας επιρροής της, δηλαδή της εγκαθίδρυσης «Λαϊκών Δημοκρατιών» στην ουσία ενεργούμενων της Μόσχας και του Στάλιν.

Όμως το Φθινόπωρο του 1944 και τουλάχιστον τους πρώτους μήνες του 1945 τα πνεύματα ήταν τελείως διαφορετικά και κυμαίνονταν από τη σχετική «ουδετερότητα» ή αδιαφορία των Αμερικανών έως την πολεμική των Εργατικών της Βρετανίας κατά της πολιτικής Τσόρτσιλ όσον αφορούσε την Ελλάδα (Η επέμβαση των βρετανών στα εσωτερικά ζητήματα της Ελλάδας […], προκάλεσε μια θυελλώδη συνεδρίαση του αγγλικού κοινοβουλίου, όπου στις 8 Δεκεμβρίου ο βουλευτής των Εργατικών Σέυμορ Κοκς έφτασε στο σημείο να παραλληλίσει τις ενέργειες του Ουίνστον Τσώρτσιλ να επιβάλει τις κυβερνήσεις της αρεσκείας του, με εκείνες του Αδόλφου Χίτλερ να διορίζει γκαουλάϊτερ στις κατεχόμενες από τον Άξονα χώρες. πηγή Wikipedia).

Κόντρα σε αυτές τις φωνές, καλοπροαίρετες αλλά αφελείς ή εκ του πονηρού εκπορευόμενες, ο Τσόρτσιλ όρθωσε το ανάστημά και την αποφασιστικότητά του. Σε ομιλία του στη Βουλή των Κοινοτήτων στις 18/1/1945 απάντησε στους επικριτές του: ......«Μετέβημεν εις την Ελλάδα με την πρόθεσιν να βοηθήσωμεν την Ελληνικήν Κυβέρνησιν, η οποίαν αντιμετώπιζε τη σύγχυσιν που είχε προκαλέσει εις την χώραν ο τρόμος των Γερμανών[...]Είχομεν προμηθεύσει εις τους άνδρας αυτούς όπλα εις σημαντικάς ποσότητας, με την ελπίδα ότι θα εμάχοντο κατά των Γερμανών[...]Δεν επρόκειτο να επιτεθούν κατά των Γερμανών, αλλά κατά μέγα μέρος έλαβον απλώς τα όπλα αυτά και ενήδρευον παριμένοντας την στιγμήν να καταλάβουν την αρχήν και να κάμουν την Ελλάδα κομμουνιστικό κράτος με ολοκληρωτικήν εκκαθάρισιν όλων των αντιθέτων[...]Ο εξοπλισμένος ΕΛΑΣ κατά την τελευταίαν διετίαν έπαιξε πολύ μικρόν ρόλον εις τον αγώνα κατά των Γερμανών. Δεν δύναμαι να εξάρω τον ρόλον του, όπως θα έπραττον αποτίων φόρον θαυμασμού εις τους ηρωικούς Γάλλους Μακί και τους Βέλγους τοιούτους» . πηγή Wikipedia.

Έτσι μόνο χάρις στην στρατηγική σκέψη του Τσόρτσιλ και στην ακλόνητη βούλησή του η Ελλάδα παρέμεινε φιλελεύθερη αστική δημοκρατία και ξέφυγε από την κοινή μοίρα των υπόλοιπων Βαλκανικών κρατών τα οποία μέχρι και τη δεκαετία του 80 «απήλαυσαν τα αγαθά του υπαρκτού σοσιαλισμού».

Ασφαλώς ο Τσόρτσιλ για τα στρατηγικά συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας ενδιαφερόταν. Αλλά σε τελική ανάλυση αυτό ήταν αυτονόητο και πάντα καθόριζε και θα καθορίζει τις στάσεις όλων των κρατών στα διεθνή γεγονότα. Αυτό που σε τελική ανάλυση έχει σημασία είναι το αποτέλεσμα όσον αφορά την Ελλάδα και τους Έλληνες. Σε αυτό το σημείο όλοι έχουμε πλέον, ιδιαίτερα μετά το 1989, τις παραστάσεις και τα ακλόνητα δεδομένα για να κρίνουμε και να κατανοήσουμε πόσο τυχεροί ήμασταν που δεν είχαμε την «τύχη» των Αλβανών, των Βουλγάρων ή των υπόλοιπων Βαλκανίων. Εκτός από αυτούς βεβαίως που ο φανατισμός τους έχει άρει σε τέτοια υψηλά επίπεδα ανοησίας που θεωρούν ότι με τον Ζαχαριάδη, τον Μάρκο ή τον Άρη η Ελλάδα θα γινόταν παράδεισος Δημοκρατίας, ελευθεριών και Δημοκρατίας. Αυτοί δεν υπολογίζονται γιατί τελικά ο φανατισμός στην πράξη αποτελεί τον υπερθετικό βαθμό της βλακείας.

Ο Τσόρτσιλ λοιπόν μπορεί δικαίως να χαρακτηρισθεί «πατέρας της μεταπολεμικής Δημοκρατίας» για την Ελλάδα. Γιατί μπορεί οι Η.Π.Α. και ο Τρούμαν να έπαιξαν τον καθοριστικό ρόλο στη μεγάλη σύγκρουση του «τρίτου γύρου» για την επιβίωση της Δημοκρατίας, αλλά αν είχε επικρατήσει το Κ.Κ.Ε. τον Δεκέμβριο του 1944 δεν θα υπήρχε επιστροφή πριν από το 1989 που «έπεσε» το Ανατολικό μπλοκ.

Και αν για τον Τρούμαν σε αναγνώριση της προσφοράς του έχουμε ανεγείρει μνημείο, σε κεντρικό απόκεντρο σημείο, για τον Τσόρτσιλ δεν έχει γίνει κάτι αντίστοιχο. Ενώ θα έπρεπε, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση των μύθων του υπαρκτού σοσιαλισμού, να του έχουμε στήσει ανδριάντα στην πλατεία Συντάγματος μπροστά στο ξενοδοχείο που είχε καταλύσει τα Χριστούγεννα του 1944. Όσο αυτό δεν γίνεται σημαίνει ότι προτιμάμε αντί να αποκτήσουμε αυτογνωσία και ρεαλισμό να ζούμε με ή υπό τους μύθους της Αριστεράς.

Γιατί αποδεικνύεται ότι για τους νεοέλληνες ή Αριστερά είναι ένα είδος Dorian Gray. Οι «αμαρτίες» της δεν αφορούν την ίδια, αλλά ένα καλά κρυμμένο, σε θεοσκότεινα κελάρια του αδρανούντος εγκεφάλου, πορτραίτο.

19-01-2017

Αντώνης Αντωνάκος

antonakosantonis@gmail.com http://www.antonakos.edu.gr